Σκέψεις για 8 σεξουαλικές παρεκκλίσεις

Ξεκινάω απότομα και μπαίνω μεμιάς στο θέμα.
Αυτή η ανάρτηση, δεν είναι φτύσιμο των σκέψεων μου όπως συνήθως, τύπε και τύπισσα αναγνώστη και αναγνώστρια. Ναι, προφανώς και θα πετάξω κάποιες σκέψεις μου απο δω κι από κει, απλά για πρώτη φορά δημοσιεύω κάτι που να βασίζεται σε κάτι που ήδη υπάρχει. Είναι αυτό που λέμε review ή κριτική δίσκου ή πες το όπως θες, απλά σε λίγο διαφορετική μορφή. Μην περιμένεις υπεραναλυσάρες παρ'ολα αυτά. Πάλι τη γνώμη μου θα πω. Απλώς ξεσυνηθίσέ με για λίγο και πάρε μολύβι και χαρτί για σημειώσεις.

H μέρα ειναι Τετάρτη, απομεσήμερο και τίγκα από καφέδες και μαύρα τσάγια. Πεινάω, αλλά για κάποιο λόγο δε σηκώνομαι να με ταίσω. Αντί αυτού, καπνίζω κι έχω βάλει σε repeat να παίζει το δισκάκι που θα'θελα -ταπεινά- να σχολιάσω σήμερα. 
Δε θα αναλωθώ σε περιγραφές του εν λόγω σιντιού, ψαχτείτε λίγο και πατήστε στο λινκ όλα είναι κρυμμένα στα ίντερνετς άμα ψάξεις.
Δε σας κρύβω λοιπόν, πως όταν πρωτοάκουσα τα κομμάτια του δίσκου, ενστικτωδώς γέλασα και σκέφτηκα "τι καμμένα άτομα υπάρχουνε ρε φίλε". Και όσο προχωρούσαν τα κομμάτια, σκέψεις του τύπου "είναι δυνατόν να γαμιούνται με άλογα; ΑΛΟΓΑ;" ήρθαν στο μυαλό μου. Και εκεί που γελούσα, τσακ, μου κόπηκε το γέλιο. Η φάση είναι έτσι, και νομίζω οτι οι περισσότεροι έτσι αντέδρασαν, χωρις να παίρνω κι όρκο. 
Το 8 φετίχ λοιπόν, καλύτερα να το ακούσεις μόνος και ασταμάτητα. Μπορεί τα κομμάτια να'ναι ξεχωριστές "ιστορίες", απλά αν το ακούσεις συνεχόμενα θα το νιώσεις περισσότερο και σε πιο έντονο βαθμό.
Δεκέμβρης ήταν λοιπόν, όταν είχα γυρίσει απο ενα όμορφο τριήμερο κάπου προς τον Νότο, κι αποφάσισα να το ακούσω ολόκληρο μόνη μου. Καπάκι όμως, φώναξα ένα φιλαράκι σπίτι με τον χαρακτηριστικό τρόπο "ε μαλάκα, έλα να δεις τι βρήκα". Δεν την πάλευα να το ακούσω ξανά μόνη. Βαρύγδουπο; Ισως. Καμένο; Μπορεί. Το μόνο που ξέρω είναι πως ήθελα να το μοιραστώ, γι'αυτο και τώρα μοιράζομαι μαζί σου τις σκέψεις μου γι'αυτό.
Γενικά, κάθε φορά που το ακούω, μου αφήνει μια πικρία, μια μελαγχολία, μια τάση να καταθλιψιάσω και να καταριέμαι την κοινωνία για τα πάντα. Ενα γεμάτο άλμπουμ με δόσεις αντιφασισμού, είτε σχετικές με τα εκάστοτε κομμάτια, είτε άσχετες, εκεί, παντού παρούσες. Με κάνει να νιώθω περίεργα. Και ώρες ώρες με κάνει να νιώθω αστοιχείωτη και ηλίθια, καθώς με αφήνει να κοροιδεύω τον εαυτό μου για τις υπόλοιπες μουσικές μου προτιμήσεις.

Ειδικότερα, θα ήθελα να ξεχωρίσω τρία κομμάτια, αν δεν θέλεις να το ακούσεις ολόκληρο.

Το πρώτο είναι το "Ωδή σε άλογα όντα". Από την πρώτη στιγμή ο τίτλος μου προξένησε εντύπωση, γιατί κεντράρισα το βλέμμα μου στη λέξη "άλογα". Ναι, το κομμάτι περιέχει ένα άλογο, κυριολεκτικά, μα όντας της θεωρητικής κατεύθυνσης, συνειρμικά σκέφτηκα τα άλογα όντα που μαθαίναμε στα σχόλια των αρχαίων. Τα άλογα όντα που κατά τον Αριστοτέλη, προέρχονται από το στερητικό α και τον λόγο, οποιοδήποτε άλλο ον εκτός από τον άνθρωπο δηλαδή, ο οποίος θεωρείται έλλογο ον. Αρκετά όμως με αυτά. Το μπητ αργό και μουντό, σε storytelling διάθεση.
Κάπου προς τη μέση ανατριχιάζω απο την περιγραφή σεξουαλικών περιπτύξεων ανάμεσα στο Βδέλυγμα και το άλογο του. Και δεν ανατριχιάζω από αηδία, όπως ήταν η πρώτη μου αντίδραση, αλλά από πόνο ψυχικό. Έπειτα μπαίνει ο onesecbeforethend και η διάθεση αλλάζει σε ρομαντισμό και πραγματική αγάπη μεταξύ ενός ζώου κι ενός ανθρώπου. Αλληλεγγύη και αλληλοσεβασμός οι λέξεις κλειδιά. Αντιδράσεις της κοινωνίας σε ένα φαινόμενο που θεωρείται ανώμαλο στη συνέχεια. Η ιστορία τελειώνει όμορφα παρ'ολα αυτά. Η αγάπη αυτή μεταφέρθηκε σε "ένα χωριό στην Νοτιοανατολική Τουρκία", εκεί που τέτοιες καταστάσεις πιθανώς να θεωρούνται αποδεκτές.

Δεύτερο ανατριχιαστικό κομμάτι, οι "Εξομολογήσεις". Θα το εκλάβω ως ένα, ακόμα κι αν και το Α' και το Β' θα μπορούσαν να θεωρηθούν αυτοτελή σκέλη. Μας μιλάει λοιπόν για μια ιστορία βιασμού ενός ανηλίκου από έναν ιερέα. Μια ιστορία που ακούμε συχνά στις ειδήσεις, αλλά ποτέ κανείς δεν κατάφερε να αποτυπώσει έτσι (σε storytelling ραπ τουλάχιστον). Το θέμα είναι, πως έχουμε την ιστορία και από τις δύο οπτικές γωνίες, και του θύματος και του θύτη. Για άλλη μια φορά, το κουπλέ του Βδελύγματος έκανε τις τρίχες στα χέρια μου να σηκωθούν με την πονεμένη και ωμή περιγραφικότητα του. Η ιστορία εκτυλίσσεται σε μια καρέκλα ψυχιάτρου και ο αφηγητής όντας ενήλικος, εξιστορεί τα γεγονότα που έγιναν όταν ήταν μικρός, με λεπτομέρειες σκληρές και κυνικές. Στο τέλος έχουμε έναν μονόλογο που απευθύνεται ξεκάθαρα στον ιερέα, βρίζοντας τα θεία δημιουργώντας αντιθεσεις. Ενας άρρωστος ομοδιηγητικός/αυτοδιηγητικός μονόλογος που πονάει και σε πονάει. Στο τέλος μπέρδεψα τους ρόλους του θύματος και του θύτη. Η οδύνη έντονη, μπορεί να σε κάνει να κλάψεις αν είσαι ευάλωτος.

Τρίτο και πιο αγαπημένο κομμάτι του δίσκου. Το θέαμα του βιασμού και ο βιασμός του θεάματος (για το remix, πάτα εδώ). Τι να πρωτοπώ, τι να πρωτοσχολιάσω. Οι αντιθέσεις που υπάρχουν μου χουν πηδήξει το μυαλό και το βράδυ που το άκουσα δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Είναι σαν να διάβασα ένα καλό βιβλίο πολιτικού περιεχομένου, συμπυκνωμένο σε 6 λεπτά.

Ο ήρωας, ο οποίος είναι ένας αντιεξουσιαστής από ότι καταλαβαίνω, μας εξιστορεί την πρόθεση του να βιάσει μια παρουσιάστρια της τηλεόρασης (ίσως την Στεφανίδου, ή την Μενεγάκη θα έλεγα) και την παρακολουθεί, ενώ εκείνη έχει πάει για φαγητό με τον "πορνόγερο" της. Ο στίχος "ο μόνος τρόπος να στιγματίσω το παπούτσι μου, είναι να του λιώσω το κεφάλι" μου προκαλεί διάφορες σκέψεις. Η πιο απλή:

Το παπούτσι συμβολίζει -ίσως- τον μπάτσο, ο οποίος όπως και το παπούτσι μας, υποτίθεται πως μας προστατεύει από διάφορα επικύνδυνα πράγματα που θα πατούσαμε αν περπατουσαμε στον δρόμο ξυπόλυτοι. Ο μόνος τρόπος να στιγματίσουμε αυτό το παπούτσι (τον μπάτσο), επειδή δεν γουστάρουμε την υποτιθέμενη προστασία του, είναι να του λιωσουμε το κεφάλι. Μη μας φάνε οι υπεραναλύσεις όμως, δεν ξέρω αν εννοεί αυτό το κομμάτι, αυτά είναι δικές μου σκέψεις.
Από την άλλη, ο onesec έχει τον ρόλο της παρουσιάστριας που σε κάποια φάση την μπερδεύω με ένα μηχάνημα αυτόματων αναλήψεων, γιατί οι στίχοι πάιζουν με την έννοια του βιασμού χρησιμοποιώντας τις λέξεις "ανάληψη" και "κατάθεση". Πολύ μπερδεμένο το κουπλέ, θα μπορούσα να γράφω ώρες ατέλειωτες για αυτό. 
Στο τέλος του κομματιού, ο αντιεξουσιαστής, χαράζει το αναρχικό Α σε μια κλειστή τράπεζα (φαινόμενο συχνό στις πορείες). Το ΑΤΜ λοιπόν στην συγκεκριμένη περίπτωση, απλά εξυπηρετεί τις ανάγκες των καταναλωτών και ουδεμία ευθύνη φέρει για την όλη ιδέα της τράπεζας που εξουσιάζει και εκμεταλλεύεται τον κόσμο. Παίρνει δηλαδή τον ρόλο ενός έμψυχου αντικειμένου, που απλά λειτουργεί ως εργαλείο. Εξ'ου και ο στίχος "μα εγώ δεν έκλεψα ποτέ, μόνο έκλαψα. Κι ακόμα κλαίω." 


Οσο για τα άλλα κομμάτια, ίσως να στα αναλύσω λιγάκι όταν τα καταλάβω καλύτερα. Ελπίζω να μη σε κούρασα πολύ. Προσπάθησα να είμαι όσο πιο σύντομη γίνεται, αλλά η φάση είναι οτι ο δίσκος δεν είναι απλός, όσο απλός κι αν φαίνεται στην αρχή. Ενας δίσκος περίπλοκος λοιπόν, που με έκανε να προβληματιστώ. Μη σε ξεγελάνε οι ωμές βρισιές, δεν είναι κάτι πεταμένο του τύπου "ειμαι ράππερ και γαμιεστε και γαμάω και αντε γαμήσου". Δεν είναι ραπ, είναι άραγμα αρρωστημένων σκέψεων πάνω σε καλά προσεγμένες παραγωγές. Δεν θα βάλω βαθμολογίες, ποτέ δεν ήμουν τέτοια, κι εξάλλου στο είπα, δεν είναι κλασσική κριτική αυτό που διαβάζεις. 

Τον δίσκο πριν τον αγοράσω, τον κατέβασα κομμάτι κομμάτι απο το τιουμπ. 

Απλά η γνώμη μου είναι να τον αγοράσεις. Περιέχει ενα booklet 16 σελίδων με ερμηνευτική ανάλυση των κομματιών. Τώρα που επιτέλους έγραψα αυτό, μπορώ κι εγώ να διαβάσω το εν λόγω booklet, πίνοντας μια μπύρα και ανάβοντας επιτέλους ένα τσιγάρο. Όταν ξεκίνησα να γράφω είχε φως ρε διάολε, με φάγανε οι σκέψεις και ξεχάστηκα.


Είναι εν τέλει από τους δίσκους που λάηβ είναι καλύτεροι από ότι σε studio. Τα συναισθήματα και θετικά και αρνητικά, σε κάθε περίπτωση όμως έντονα. Και μιας και μιλάμε για λάηβ, πάρε και μια αφίσα για Σαλόνικα μεριά αν ενδιαφέρεσαι να το δεις. 

Αυτά για σήμερα. Άσε μου το σχόλιο σου από κάτω. Αν ψήνεσαι γενικά για άλλες κριτικές μου, πες το. Μπορεί και να γράψω για κανα βιβλίο γιατί έχω στερέψει από ιδέες αυτόν τον καιρό.


Σχετικά links:


onesecbeforetheend
στίχοι

2202014/0902

Για πρώτη φορά στη ζωή μου, θέλω να μείνω ακριβώς εδώ. Δεν φαντάζομαι ταξίδια σε άλλες πόλεις ή ζωή σε άλλες χώρες. Το μόνο που θέλω είναι ατέλειωτες βόλτες εδώ, άντε και λίγο παραπέρα. Θέλω να μείνω εδώ για πάντα κι όσο ο χρόνος μου τελειώνει, το θέλω ακόμα περισσότερο. Ίσως να φταίει που μεγαλώνω και αποβάλλω παιδιάστικες συμπεριφορές. Τώρα ευθύνες, τώρα υποχρεώσεις, τώρα είμαι ενήλικη. Ετσι μου είπανε τουλάχιστον. Τι κι αν εγώ νιώθω ακόμα παιδί.

Μου αρκεί λίγη μπύρα, κανα τσιγάρο κι η σκέψη σου. Αυτή η σκέψη σου τριγυρνάει στο σπίτι μου, γυμνή και πρόστυχη. Με προκαλεί να την ερωτευτώ και να χορεύω μαζί της στα σκοτάδια. Δεν ξέρω αν σε θέλω, ή αν αναγκάστηκα να σε θέλω επειδή δεν θέλω κάποιον άλλον. Δεν ξέρω αν είσαι καλύτερος ή λιγότερο χειρότερος εν τέλει. Μακάρι να ηξερα λίγο ποιά είμαι, να μπορούσα να με καταλάβω και να με ερωτευτώ όπως νομίζω πως ερωτεύτηκα εσένα. 

Μη μου μιλάς όταν δεν έχεις όρεξη. Εγώ σε θέλω κι η θέληση ουδεμία σχέση έχει με υποχρεώσεις.
Σήμερα θα'θελα να σε φωτογραφίσω με το μυαλό μου, κι έπειτα να κυκλώνω την φάτσα σου και να γράφω τ'ονομα σου από κάτω με άτσαλα παιδικά γράμματα. Ετσι, για να μπορώ να σε θυμάμαι όποτε μου γουστάρει. Ετσι, γιατί ωρες ώρες σε θελω ακίνητο κι αγέλαστο. Έτσι, για να'χω να σε δείχνω σ'όσους μου πηδάνε το μυαλό τα βράδια.

Το πάθος με ξέχασε και βγήκε βόλτα.. και μου λείπει. Και σε μένα, και σ'αυτά που σκέφτομαι και γράφω. Κι ίσως άδικα να σκέφτομαι κι άδικα να προσπαθώ να γεμίσω λευκά ηλεκτρονικά κελιά με μαύρα εικονικά γράμματα. Ισως απο την αλλη το παθος να μ'άφησε όταν εφυγες εσύ, γιατί μπορεί να σ'αγάπησε πιο πολύ απ'ότι αγάπησε εμένα. Πολλά είναι τα ίσως μου τελευταία, κι έχουν έρθει βίαια να αντικαταστήσουν τα άλλοτε ατέλειωτα γιατί μου.

Οι νύχτες είναι όμορφες μα δεν της απολαμβάνω όπως παλια. Τώρα ξυπνάω πρωί, γιατι καποιος μου χε πει να μάθω να ζω την ημέρα. Δε λέω, όμορφες είναι κι οι ημέρες. Με τον ήλιο, τον κόσμο, την αίσθηση του καφέ καθώς ο ήλιος ανατέλλει.. Τις βόλτες δίπλα απο μια θάλλασα μπλε κι όχι μαύρη και σκοτεινή. Αλλα δεν είναι το ίδιο ρε αδερφέ. Εγώ στην νυχτα έμαθα να ζω. Αυτήν αγάπησα. Σ'αυτήν αγάπησα. Σ'αυτήν έζησα πολλά χρόνια. Προτιμώ το σκοτάδι και την αδράνεια του, γιατί μέσα του νιώθω μια ασφάλεια απερίγραπτη. Κάποτε το φοβόμουν. Τώρα φοβάμαι τον εαυτό μου στον ήλιο. Επειδή φαίνομαι. Επειδή κατάντησα ευάλωτη στα πάντα. 

Ωρες ώρες αναρωτιέμαι πως θα ήταν αν είχα ένα πρόγραμμα. Αν μπορούσα να φανταστώ την ζωή μου σε λίγα χρόνια και τι θα θελα να έχω κάνει. Αν θα θελα ποτέ να θέλω να κάνω παιδιά, ή να χω μια γάτα μες στο σπίτι που η ζωή της εξαρτάται από μένα. Κι ακόμα πιο απλά, αναρωτιέμαι πως θα ήταν αν θα μπορούσα να γράψω κάτι που θα χει αρχή μέση και τέλος, παραγράφους και περίληψη, νόημα συμπυκνωμένο κι όχι λόγια του αέρα. Απλά αναρωτιέμαι όμως, και ποτέ δεν πιέζω τη σκέψη μου παραπάνω.

Σήμερα το πρωί ξύπνησα και νόμιζα πως θα μπορέσω να γράψω όπως παλιά. Νόμιζα πως κρατούσα το νόημα στην κούπα του καφέ μου. Γι'αλλη μια φορά γελάστηκα κι ας μη γέλασα όμως.
Ίσως το νόημα να μη μπορείς να το βρεις, γιατί δεν υπάρχει. Ίσως φταίει που είναι ακόμα πολύ πρωί. Ίσως να φταίει που δεν πίνω πια. Και χωρίς το αλκοόλ -ίσως- οι σκέψεις μου να είναι ένα τίποτα.

Για πρώτη φορά όμως, θέλω να μείνω ακριβώς εδώ. Στην όμορφη μου πόλη.
Αυτό που με σκοτώνει όμως, είναι που δεν ξέρω αν νίκησα τις επιθυμίες μου εν τέλει, η αν με νίκησε η πόλη γιατί παρέδωσα τα όπλα την νύχτα που έπαψα να ελπίζω.

Παραδίνομαι και πουλιέμαι φτηνά, σε όποιον θέλει να με πάρει.
Το τηλέφωνο μου το'χεις.
Μάλλον.





Άτιτλο τυχαίο ανούσιο post 09022014

Και πάλι πέρασε η βδομάδα, και πάλι ήρθε Κυριακή, και πάλι η Κυριακή μου είναι ανούσια και βρώμικη. Μακριά σου και μακριά μου και μακριά απ'ότι αγάπησα κι αγαπώ, μακριά απο τις στιγμές που θα'θελα να ζήσω, μακριά απο οτιδήποτε υγιεινό, μακριά απο μια ουσιαστική ανθρώπινη επαφή.
Όλες μου οι εβδομάδες ένας αγώνας δρόμου, για να προλάβω την χαρά. Μα τρέχει πιο γρήγορα απο μένα, γιατί εγώ καπνίζω και πίνω και είμαι σάπια για να τρέχω. Γι'αυτό δεν την πρόλαβα πάλι.

Άδειο το σπίτι, μα είναι μικρό και με ξεγελάει. Άδεια κι εγώ, μα είμαι μεγάλη και ξεγελιέμαι.

Σήμερα νιώθω άσχημη. Μπορεί και να είμαι. Το θέμα όμως είναι, πως ποτέ δεν έχω ξανανιώσει τόσο άσχημη. Ανασφάλειες πάντα υπήρχαν, δεν λέω. Αλλά τώρα είναι διαφορετικά. Νιώθω την ασχήμια να με κυριεύει, κι εγώ ανήμπορη και φοβισμένη, δεν κοιτάω καν τον καθρέφτη. Αισθάνομαι άσχημη γιατί συναναστρέφομαι με άσχημους ανθρώπους. Η ομορφιά λένε, βγαίνει από μέσα μας. Το ίδιο κάνει και η ασχήμια. Μόνο που η ασχήμια είναι χειρότερη, γιατί όταν αντιληφθείς πως δεν είναι μοναχά επιφανειακή, πονάει. Με πονάει, σε πονάει, μας πονάει και πονάμε και πονάω και δεν ξέρω να κλίνω και ρήματα με τη σειρά.

Η μόνη διαφυγή απ'το κελί μου είναι οι τσάρκες στην όμορφή μου πόλη. Στα μέρη που συναντάω δυο γνωστούς και μετά απο ένα "τι κανεις, καλά, μιλάμε, να πάμε για κανα καφέ ρε" συνεχίζω το δρόμο μου αφήνοντας για χνάρια κομμάτια της ψυχής μου. Μια φορά θα'θελα να κάτσω και να μιλήσω. Να μου μιλήσουν. Να μαλώσουμε. Να βγει η ένταση. Να προσπαθήσω να καταλάβω και να γίνω κατανοητή. Να μείνω εκεί χωρίς να συνεχίσω σε κανέναν δρόμο. Να μείνω εκεί και να ουρλιάξω αυτά που έχω να πω, γαμώτο μου. Και όχι να αναλώνομαι σε κούφια λόγια και σε κεκαλυμμένα "τίποτα" έπειτα από την ενδιαφέρουσα ντυμένη αδιάφορη ερώτηση "τι έχεις".
Τι να έχω ρε μαλάκα. Πονάω ρε. Πονάω και φωνάζω, με ακούς;
Εσύ μου πες πως θα σαι εκεί. Όλο πηγαίνω όμως, και ποτέ δε σε βρίσκω.

Μόλις γύρισα από την τσάρκα μου. Σήμερα σιωπή έξω. Σήμερα κανένας γνωστός. Σήμερα αδράνεια και αργές κινήσεις παντού. Σήμερα όλοι ξεμεθάνε απο τα χθεσινά ξενύχτια. Αλλά εγώ δεν ήπια χθες. Ούτε ξενύχτησα έξω. Και δεν την μπορώ την σημερινή ησυχία. Η σιωπή σου με κουφαίνει. Αυτό μπορεί να μην σε νοιάζει. Απλά μετά δε γουστάρω να παραπονιέσαι που φώναζες και δεν σ'άκουγα. Έτσι, στα ίσα.

Θα αρκεστώ στις μνήμες απ'τις βόλτες μου. Κι έτσι θα πορευθώ. Στην τελική, όλη μου η ζωή είναι μια βόλτα. Μόνο που κάθε μέρα τελειώνει και πρέπει να γυρίσω πίσω στην ασφάλεια της φυλακής μου. Για να μην κρυώσω. Για να μην πάθω τίποτα. Για να μην με βρει κανείς νεκρή έξω. Μη νομίζεις πως εδώ έχει ζέστη, ούτε πως είμαι απόλυτα ασφαλής. Απλά η ασφάλεια είναι σχετική κι εγώ άσχετη μαζί της.

Από μικρή δεν πίστεψα ποτέ σε ευτυχισμένο τέλος. Δε θα'δινα δεκάρα αν την Σταχτοπούτα δεν την έβρισκε ο πρίγκηπας, ούτε αν η Ωραία Κοιμωμένη κοιμότανε ακόμα. Ίσως αν ήταν έτσι τα πράματα, να πίστευα στα παραμύθια. Θέλω μεγάλες δόσεις ρεαλισμού να με λούζουν καθημερινά, γιατί τα ουτοπικά σου όνειρα δεν μου λένε κάτι. Αυτά τα περί αγάπης κι επανάστασης και έρωτα.. να τα βάλεις στον κώλο σου ρε χαμένε. Πούλα τα εκεί που μπορείς. Πούλα τα και σε μένα, μα δεν αγοράζω, στο λέω. Εν τέλει μπορεί και να μην υπάρχει αγάπη. Έχεις αναρωτηθεί πόσο δεδομένα θεωρούμε κάποια πράγματα; Ποιός έχει αποδείξει την ύπαρξη της αγάπης; Ένα μείγμα ανάγκης είναι, εγωισμού και κακού τάημινγκ. Αλλιώς κανείς δεν θα αγαπούσε κανέναν.

Σχεδόν όλα είναι μάταια, εδώ στη σαπίλα που επέλεξα να ζω. Και λέω σχεδόν, έτσι, για να μην με πιάσει και μένα η απελπισιά. 
Η αρνητική μου ενέργεια σήμερα εκπέμπεται παντού και προς όλες τις κατευθύνσεις. Γίνε δέκτης της ή σήκω και φύγε. Το'ξερες όταν με γνώριζες οτι ήμουν έτσι. Τα΄χαμε πει, θυμάσαι; Σου'χα μιλήσει για μονοτονία και μου΄δινες λουλούδια. Σου μιλούσα για μελαγχολία και μου πέταγες έρωτα, δήθεν κατα τύχη και στοχευμένα. Πίστεψες πως θα αλλάξω ε; Σε κορόιδεψα μωρέ. Έτσι είμαι ΄γω. Μη το παίρνεις προσωπικά.


Ήθελα τόσο πολύ να κλάψω, μα δεν ήξερα για ποιον. Ήθελα τόσο πολύ να δώσω αγάπη, μα δεν πέτυχα κανέναν στο δρόμο. Ήθελα τόσο πολύ να μιλήσω σε κάποιον, αλλά οι online φίλοι μου έχουν τα δικά τους. Κι έτσι μίλησα σε μένα και μου'πα οτι μ'αγαπάω.
Μπορεί να μου'πα ψέματα. Για αυτό κλαίω.

Οχι για σένα. Ούτε για κείνον. Ούτε και για κείνη πια.
Μόνο για μένα.
Μπας και καταφέρω να με πείσω πως με αγαπάω τόσο, ώστε να μπορώ να κλαίω για πάρτη μου ρε διάολε.


Α.. και αν περάσεις ποτέ από δω, χτύπα μου την πόρτα. Γιατί τα βράδια μου στη μοναξιά τα βαρέθηκα. Κι η αγάπη μου βαρέθηκε να μπαλώνει τρύπιες ψυχές.

attempt 01

Πήγε τρεις κι εγω μονάχη πάλι μένω, δεν έχω πια να χάσω κάτι κι όμως περιμένω
και επιμένω να ξυπνήσω οσους κοιμούνται στα σκοτάδια με τα λόγια μου σαν πουτάνας τρύπια χάδια
στο μπουρδέλο που μας είπανε πως λέγεται ζωή, που χανόμασταν τα βράδια ψάχνοντας πνοή
σ'αυτά που λέγαμε, που κάναμε και πέρναγαν οι μέρες και ζούσαμ' ισως ήσυχα κι ας τρώγαμε τις σφαίρες σας ξυστά 
και μεγαλώσαμε και δώσαμε ότι είχαμε στο όνειρο ποντάραμε κι ας χάσαμε τα πάντα στα μάτια μας μπροστά
οι σκέψεις μας και οι ώρες μας στο χρόνο πια χαμένες σε ρολόγια χωρίς δείκτες και στιγμές ηλεκτρισμένες 
που θυμίζουν οι καριόλες και πονάνε τα μυαλά μας και γυρνάνε και βογγάνε και χτυπάνε στην καρδιά μας
τ'άψυχα μας λόγια ωδές σε νεκρούς επαναστάτες που κοιτάζουν μ'απορία περαστικοί διαβάτες 
και παιδιά, που γεννήθηκαν σε χρόνια δύσκολα, περάσανε πολλά, καλά, κακά, δεν έχει σημασία 
τα δύσκολα είναι δύσκολα κι έχουν τόση αξία 
όση τους δίνεις, κι ας μη θέλεις να πιστέψεις τις αλήθειες μου 
ξεδίνεις με τους στίχους μου παρέα, έλα πάρε με και πάμε καρφί για βράδια νέα
για όμορφες ζωές και μεγάλα ταξίδια σταμάτα να ψάχνεις τον εαυτό σου μες σε ξύδια 
και παράνοια, οι εποχές έρχονται φεύγουν κι εγώ μένω στην αδράνεια 
της σκέψης σου, στης μοίρας την αφάνεια
τι να μας πεις κι εσύ, τι να μας πει κι η μοίρα
τα βράδια ίδια μένουν κι εχω για γκόμενο εναν αναπτήρα και μ'αναβει, οχι αρκετά μα πιο πολύ απο σένα 
που μ'αφησες να κλαίγομαι σε χέρια ξένα, παγωμένα, ποτισμένα με τη θλίψη την άεναη, που μου δίνει η απουσία σου ΜΩΡΟ μου

Αυτά τα λίγα για σήμερα, καληνύχτα.