29 τ'απρίλη το 2014

Βασικά καλησπέρα σας, καλημέρα σας αν ξυπνήσατε τώρα, καλό σας μεσημέρι μανάρια, είστε καλά; Καλα να είστε να σας βλέπω να σας χαίρομαι. Εγώ για να'μαι εδώ προφανώς δεν αισθάνομαι πολύ καλά. Έχασα τη φωνή μου σήμερα. Ίσως να είμαι επηρεασμένη απο This Is Past, ίσως να βράχνιασα, ίσως να κουράστηκε το στόμα μου να ανοίγει και να κλείνει βγάζοντας φωνή που πολλοί ακούνε μα κανείς δε της δίνει σημασία. Wow, είμαι μια attention whore μωρό μου, πόσο τέλειο παίζει να είναι αυτό; Κοινότυπη και όχι κοινότοπη και στο μουνάκι μου αν δεν υπάρχει τέτοια λέξη στο λεξικό. Σήμερα γαμάω τα λεξικά, ρωσσοελληνικά και ελληνορωσικά, γαμάτα σκηνικά, κυνικά σκατά, ωραία φάση δε νομίζεις; Δεν ξέρω ρε συ αν όντως μιλάω σε σένα ή σε μένα. Η και στους δυο. Μάλλον σε κανέναν. Ούτε 'γω δε μ'ακούω, μην πολυμασάς, δε τρέχει prob, στρίβω τσιγάρο, περίμενε.
Θέλω να δουλέψω και να γίνω αποδοτική. Δεν με ενδιαφέρει αν θα πληρώνομαι σε ρευστό ή σε ανασφάλειες. Αρκεί να παράγω έργο, αναγνωρισμένα και όχι άτακτα και χωρίς σκοπό. Μα αν αποκτήσω σκοπό, θα αρχίσω να στοχεύω αλλού και ο σκοπός θα χάσει το στοχοποιημένο του νόημα, μπερδεύομαι, δεν έχω πιει το ορκίζομαι, δεν πίνω γιατί δεν οδηγώ, αν οδηγούσα θα έπινα για να με βρουν νεκρή πιωμένη αντίθετα της Τσιμισκή μια Παρασκευή νωρίς το πρωί, αφου θα χω γυρίσει απο το κωλόμπαρο που συχνά βρίσκομαι εκεί, μόνη μου ή μη, με φίλους ή μοναχική, οι πουτάνες είναι παντού και νιώθω μία απο αυτές, τι κι αν δε νιώθω γυναίκα, η πουτάνα δεν έχει φύλο ούτε φίλους, έχει μόνο ανασφάλειες και κόκκινο κραγιόν. Τα κουνούπια είναι παντου και τα μισώ ρε φίλε και θέλω να τα βλέπω νεκρά στο σπίτι μου, σε εικόνες, σε ζωγραφιές, σε τραγούδια, σε διαφημίσεις και σε σπαμμινγκ μέχρι αηδίας στον σαπισμένο μου φορητό υπολογιστή.

Στρίβω ξανά γιατί τα τσιγάρα πια δεν τα καπνίζω, απλά ρουφάω την ψυχή από μέσα τους, αν έχουν ψυχή δηλαδή, και τι είναι η ψυχή, ξέρει κανείς να μου πει; Θέλω να αγοράσω ταμπλέτες για τα κουνούπια και μαύρες σακούλες σκουπιδιών, αν υπάρχει η ψυχή τα κουνούπια μου την παίρνουν όλη, δεν έχω πια υπομονή, οι ταμπλέτες είναι εκεί, στο διπλανό ταμπ υπάρχει το soundtrack του βδελύγματος στο γρανάζι του φρανκ η κατι τέτχοιο τέλος πάντων, θέλω να το ξανακούσω όλο γιατί δεν το κατανοώ κι είμαι πολύ επίμονη για να παρατήσω ό,τι δεν κατανοώ, το λέγανε κι οι Νέβμα παλιά "είναι ντροπή να παραμένεις εκεί που σβήνει η δικιά σου η φωνή", δεν ξέρω γιατί το σκέφτηκα αυτό, μάλλον συνειρμικά, πλέον δεν χωρίζω προτάσεις, ολα τα αποξενώνω με κόμμα, ακόμα αποξενωμένη από όλους και από όλα, ξαναγίνομαι κοινότυπη, μπορεί ποτέ να μην ξέφυγα απ'το κοινότυπο μα δε με νοιάζει, ο φρανκ γαμάει και νομίζω ότι δεν έχει άμεση αναγνώριση γιατί δεν λέει αυτά που νιώθει με λόγια. Τα λόγια δεν είναι μόνο φωνές, τα λόγια είναι πολλά περισσότερα πράγματα, λόγια είναι αυτά κι ας μη μ'ακούς, λόγια είναι τα σκίτσα του φρανκ, λόγια είναι οι χίλιοι δυο τρόποι που στρίβω και πίνω, τα λόγια τα αντιλαμβανόμαστε ανάλογα τα ερεθίσματα κι εγώ με τον φρανκ ερεθίζομαι, όχι θετικά, ούτε αρνητικά, μα έντονα και σωστά, όπως πρέπει, έτσι πρέπει, θα κάψω όλα τα πρέπει και θα ρίξω την στάχτη τους στην μπύρα μου το βράδυ.

Το βράδυ δεν πίνω γάλα, πίνω μπύρα γιατί το γάλα μου θυμίζει σπέρμα και το σπέρμα το βαρέθηκα, είναι πικρό και μου χαλάει το λαιμό χειρότερα από τα προιόντα του γιώργου του καρέλια, οι Νέβμα λέγανε πως δεν αλλάζουν, μα άλλαξαν έτσι δεν είναι; Αυτό θα κάνω κι εγώ, ελπίζω αυτό να το διαβάζεις γρήγορα επειδή αργά δεν πολυλέει, αργά η γρήγορα δεν έχει σήμασία, τα πάντα αλλάζουν, τα πάντα ρει και τίποτα δεν μένει, το "τι μένει;",  αλλο πάλι κι αυτό, δε ξέρω τι σημαίνει, δεν μου αρέσουν τα αρχαία, δεν τα έμαθα ποτέ κι ας τα διδάχτηκα, το μόνο που ξέρω είναι πως δεν ξέρω τίποτα, ο Σωκράτης δεν το'πε αυτό; Και τι μας νοιάζει, με νοιάζει μόνο ο Αλκιβιάδης που ήταν δηλωμένος bisexual, κι ας μην ξέρω τίποτε από όσα έχει πει, σταματάω να μιλάω για αρχαία μη με περάσεις για χρυσαυγίτισσα αρχαιολάγνα, η φωτο προφίλ στο φουμπού μου με τρομάζει μα δεν την αλλάζω, γιατί μπορεί να'σαι τρομολάγνος και να με ερωτευτείς,  ισως να με παντρευτείς και να κάνουμε έρωτα κάποτε, καπότα free, θα το'θελα πολύ, ξέρεις που μένω, ξέρεις πως γενικά ξεμένω, πολύ ομοιοκαταληξία πέφτει σήμερα, μήπως να γίνω κι εγώ ραππερ; πολλά δε ρωτάω ρε γαμώτο; μην απαντάς ρε γιατι μετά θα πρέπει να ξανασκεφτώ για να σου απαντήσω πίσω, μπρος στον φόβο δε χωράει η δειλία κι ας είναι έννοιες αλληλοσυμπληρωματικές ή αλληλοσυμπληρωμένες, στο είπα πως δεν ξέρω τίποτα, τι ακούς τώρα; Εγώ ακούω τον Πινόκιο με τον Σώφρων στους γείτονες, ο Πινόκιο μπορεί να'ναι ταυτόχρονα και Τζεπέτο, ποιος να ξέρει, θέατρο Δρόμου λέει, σοκολάτα κι ονειρώξεις. Ονειρώξεις δεν έχω γιατί δεν έχω το απαραίτητο μόριο, σοκολάτες δεν τρώω γιατί μετά η γεύση της μπύρας αλλοιώνεται, Θέατρο Δρόμου δεν έχω καταλάβει τι είναι, μα μου γαμάει το μυαλό κι αυτό μου φτάνει για να αναπολώ τις νύχτες που δεν το γνώριζα, τα γαμήσια του μυαλού είναι τα καλύτερα, να το ξέρεις κι ας μην το ξέρω εγώ, κάνε πως δεν στο'πα ποτέ, όλα γύρω μας μπορούν να παρομοιαστούν με το sex, είτε είναι καλό είτε κακό είτε ανύπαρκτο, θέλω το αιδοίο μου να το μετονομάσω σε καρδιά για να'ναι χυμένο απο αγάπη χρώματος λευκού, μ'αρέσει το λευκό, μου θυμίζει χιόνι και σεντόνι και ένα άσπρο μπαλόνι που χω απέναντι μου/προχθές το λέρωσα με μαύρο posca μαρκαδόρο μεσαίου μεγέθους γιατί ήθελα σε κάποιον να μιλήσω, δεν είπα τίποτα εν τέλει, μόνο έγραψα λόγια που δεν είναι δικά μου, σε ένα ξέσπασμα οργής και σφαλμάτων, το σφάλμα, το λάθος, το βδέλυγμα και 4 λέξεις πάνω στο μπαλόνι μου που θέλω να το χαρίσω στον Πινόκιο: ΣΑΠΙΛΑ ΑΠΟΣΥΝΘΕΣΗ ΑΔΡΑΝΕΙΑ & ΑΝΙΑ, η Dioanea είναι ένα φυτό που ισχυρίζεται πως τρώει τα κουνούπια και τις μύγες, "οι αλογόμυγες παραμένουν ενοχλητικές ακόμα κι όταν έχουν ψυχολογικά προβλήματα;"


δενειχαναπωτίποτααλλάέπρεπεναγράψωκάτιγιατίθασκαγα

Έξω έχει πάλι καλή μέρα. Αυτό που με σκοτώνει είναι πως έτσι θα το πάμε από δω και πέρα. Ναι φιλαράκι, δε γουστάρω καλοκαίρι, και δε γουστάρω που η μέρα κρατάει περισσότερο από τη νύχτα. Ζω τη νύχτα, για αυτό ακούω μπλακ μέταλ. Η μπορει να ακούω μπλακ μέταλ για αυτό να ζω το βράδυ. Εν πάσει περιπτώσει, με ενοχλεί η ζέστη. Θα μου πεις και ποιον δεν ενοχλεί; Ναι δε λέω. Θα χεις τα δίκια σου. Απλά εμένα με ενοχλεί παραπάνω από τον μέσο άνθρωπο. Τους χειμώνες τους βγάζω με κοντομάνικο και ζακέτα και σαν έρθει η άνοιξη, πετάω τη ζακέτα μου. Το καλοκαίρι τι; Είναι νεκρή περίοδος για μένα. Τα καλοκαίρια είμαι μια χαρωπή νοικοκυρά στο χωριό, βοηθάω τη μαμά, βγαίνω με τον μπαμπά, έχω τα χωράφια μου. Ιδρώτας γκρίνια και πιάσιμο στην μέση. Αυτά είναι τα καλοκαίρια μου. Δημιουργία και δημιουργικότητα ΜΗΔΕΝ. Το μόνο που αγγιζει την έννοια της δημιουργίας, είναι το τσιπουράκι που φτιάχνουμε. Αλλά τι να το κάνεις. Το καλοκαίρι δεν τραβάει ούτως ή άλλως.
Εισαγωγάρα για να πω ουσιαστικά τι; Ότι μισώ τα καλοκαίρια. Τα μισώ όπως μισώ πολλά πράγματα, τα μισώ όπως μισεί ο γκρινιάρης στρουμφ τα πάντα, τα μισώ με όλη μου την ψυχή και μισώ και όσους τα αγαπούν. Μη με γνωρίσεις καλοκαίρι, θα σε φάει η γκρίνια μου, γίνομαι κακός άνθρωπος γιατί όταν βράζει ο κόσμος στους 40 βαθμούς δεν μπορώ να πάω πουθενά να αράξω και να γράψω και να καπνίσω και να σκεφτώ. Ούτε μόνη ούτε με παρέα. Αμάξι δεν οδηγώ για να φεύγω. Νομίζω πως τα καλοκαίρια είμαι παγιδευμένη από τα μαγικά του κλιματιστικού. Με αγαπάει και το αγαπώ σαν ιδέα, όχι μόνο αυτό του σπιτιου μου, αλλά όλα, σε κάθε σπίτι, σε κάθε μαγαζί, σε κάθε γειτονιά της γης. Αν είναι και Inverter η αγάπη γίνεται έρωτας. Κι εγώ ερωτευμένη.
Είμαι μονίμως ερωτευμένη με πράγματα. Τα πράγματα τα ερωτεύομαι ευκολότερα από τους ανθρώπους και δυσκολότερα από τις καταστάσεις. Κάτι σε φάση καταστάσεις>πράγματα>άνθρωποι. Αυτόν τον καιρό τυχαίνει να μαι ερωτευμένη με ένα γυάλινο μπουκάλι μπύρας που δεν προλαβαίνει να αδειάσει ποτέ, μ'ένα ροζ τσιγάρο και με έναν μπάρμαν. Κάθε έρωτας μου έχει προδιαγεγραμμένη πορεία. Ας πούμε η μπύρα. Με καυλώνει η μυρωδιά της, με τρελαίνει ο αφρός της και αν είναι μαύρη της κάνω ερωτικές εξομολογήσεις πριν την πιω. Μου χαρίζει βράδια ηδονής, έιτε μόνη της είτε σε συνδυασμό με άλλα πράγματα. Αλλά θέλει κάτι σαν αντάλλαγμα. Την ανιδιοτέλεια δεν την ξέρει, δεν την γνώρισε ποτέ της, για αυτό μου παίρνει κομμάτια στομαχιού και συκωτιού φεύγοντας. Μα πάντα φεύγει κυρία. Όσο εκείνη φεύγει μπροστά, εγώ μένω πίσω. Να, το τσιγάρο, άλλο παράδειγμα. Μόλις το ακουμπάω στο στόμα μου ότι νεύρα έχω ηρεμούν. Χάνομαι στον καπνό που μου δανείζει. Και λέω "δανείζει", γιατί χάρισμα δεν είναι. Τον παίρνει πίσω. Κι όταν ο καπνός εξαφανίζεται, θολώνουν τα πνευμόνια μου. Ο μόνος που δε βλάπτει τα ζωτικά μου όργανα είναι ο μπάρμαν. Αλλα κι αυτή η πορεία είναι γραμμένη πολύ πριν τον ερωτευτώ. Ο έρωτας όταν είναι μονόπλευρος είναι κακό πράμα ρε παιδιά. Δηλαδή τόσα άτομα ρε, γιατί πάμε και πέφτουμε στον έναν ή στην μία που μας ρίχνει στις καταχρήσεις; Θα σου πω εγώ γιατί. Γιατι με τη στεναχώρια αποκτάμε μια ιδιαιτερότητα. Ή τουλάχιστον έτσι νομίζουμε. Η στεναχώρια δεν έχει καμιά ομορφιά. Είναι μαύρη και σάπια. Ειδικά όταν την επιλέγεις. Και κρύβεσαι τις νύχτες πίσω της. Η μαγκιά είναι να γελάς ρε. Ξέρω, τετριμμένο, αλλα έμπνευση δε παίζει. Δε γελάω, αλλά είναι μια καλή συμβουλή γενικα. 
Ο μόνος τρόπος να με ερωτευτεί αυτός ο special someone, είναι να εξαυλωθώ και να μετατραπώ σε αλκοόλ παντός τύπου. Το αλκοόλ το αγαπάει. Κι εκείνο τον αγαπάει το ίδιο. Πιο πολύ από ότι μ'αγαπάει εμένα η μπύρα μου, γαμώτο..

attempt 01, pt2

Ξύλινο πάτωμα, ένα παλιό χαλί και σκόνη πάνω στα λιγοστά έπιπλα. Πριν μερικά χρόνια, η Α. είχε βρει μια ξεχαρβαλωμένη καρέκλα καφενείου δίπλα σε ένα μικρό ποτάμι, την είχε πάρει και την είχε βάψει κόκκινη. Τώρα όμως ξεθώριασε κι αυτή, πάλιωσε και το χρώμα της γδάρθηκε από την πολλή χρήση. Γέμισε σκόνη. Όπως κι η ψυχή της. Εκείνη ξαπλώνει κοιτώντας τους γκριζωπους τοίχους. Το δωμάτιο της μυρίζει εγκατάλειψη και μοναξιά. Δεν καθαρίζει πλέον. Δεν την νοιάζει.

Η παρέα που είχε το ξημέρωμα έχει φύγει εδώ και ώρα. Ήταν σχεδιασμένο πολύ καλά εξάλλου. τον έδιωξε διακριτικά, ξεφουρνίζοντας μια δικαιολογία. Το ψέμα θελει τέχνη και το κόλπο είναι το χρώμα που δίνεις στην φωνή. Κι εκείνη ήξερε πολύ καλά να παίζει με τις φωνές. 

Τα σημάδια Εκείνου που κρατάει τα κλειδιά του σπιτιού της, είναι παντού, φαίνονται παντού, μα η Α. δεν κάνει καμιά κίνηση να τα εξαφανίσει. Ξέστρωτο κρεβάτι, κοκκινωπά σεντόνια και στο αριστερό μαξιλάρι υπάρχει ακόμη τ'άρωμα του. Το άρωμά του την μεθάει μέχρι και τις λίγες ώρες που κοιμάται. Εκείνη συνδέει μυρωδιές με συναισθήματα. Κι εκείνος το ξέρει πολύ καλά, για αυτό πάντα έρχεται μυρίζοντας έρωτα. Η σχέση που έχουν είναι περίεργη, είναι έντονη και πολλές φορές ακατανόητη, ακόμη και για τους ίδιους. Δεν είναι αγάπη. Δεν είναι έρωτας. Δεν είναι πάθος. Αν μη τι άλλο, δεν είναι μόνο αυτά. Η Α. έχει σπαταλήσει πολλές νύχτες προσπαθώντας να καταλάβει την κατάσταση και να ερμηνεύσει τα όποια συναισθήματα της. Μα χαώνεται στην πορεία.

Εκείνος είναι λιγομίλητος. Εκφράζεται μέσω της μουσικής, μέσω ποιημάτων, μέσω επαναστατικών σκέψεων, μα ποτέ δεν λέει τι νιώθει. Προτιμά να το δείχνει, αλλά ακόμη κι αυτό, δεν το κάνει πάντα. Αγαπάει κάθε μορφή ζωής και θαυμάζει τα πιο απλά πράγματα. Μια συζήτηση, την γεύση του καφέ τα πρωινά, ένα μικρό έντομο που σκάλωσε στο παντζούρι της μπροστά όψης του σπιτιού του και κλαψουρίζει για ελευθερία. Η έκφραση του προσώπου του είναι ήρεμη, μα ταυτόχρονα και δυναμική. Εκείνη χάνεται στο βλέμμα του και στα δυνατά του χέρια. Δεν ξέρει κανείς τους, αν έχουν ερωτευτεί ο ένας τον άλλον, ή αν απλά είναι γοητευμένοι με τον κόσμο που έχουν φτιάξει, μακριά από τους άλλους, γεμάτο από κώδικες και μη ρεαλιστικές σκέψεις.

Αυτές τις σκέψεις τις διακόπτει ένας ήχος από το τηλέφωνο. Σημάδι πως τελειώνει η μπαταρία. Εκείνη πιάνει το κινητό και βλέπει τρεις αναπάντητες κλήσεις. Η οθόνη εκπέμπει ένα αχνό φως, μα διακρίνονται οχτώ γράμματα: το όνομα Εκείνου.

Ένα παλιό ψηφιακό ρολόι με ραδιοφωνάκι την ειδοποιεί για την ώρα. Εννέα το πρωί. Ο ήλιος που βγήκε μετά την βροχή προσπαθεί απεγνωσμένα να μπει στο σπίτι της. Στα μάτια της. Στην ψυχή της. Μα Εκείνη σηκώνεται, κυρία, και του κλείνει το παντζούρι στα μούτρα. Κάθεται στην μοναδική καρέκλα που υπάρχει στο δωμάτιο και στρίβει ατσούμπαλα ένα τσιγάρο, το οποίο ανάβει με σπίρτο.

Είναι κάποιες ώρες, που το μυαλό σου νομίζεις πως θα εκραγεί από την πολλή σκέψη. Μα δεν είναι η υπερανάλυση το πρόβλημα, ούτε η η υπερβολική σκέψη. Είναι η μονοτονία της σκέψης σου, αυτό που ότι κι αν κάνεις, όπου κι αν βρίσκεσαι, το μυαλό σου είναι σαν μια κολλημένη εικόνα στον υπολογιστή, ένα print screen επικολλημένο στην Ζωγραφική σου, μια ιδέα χρόνια σκαλωμένη στο προσκήνιο του νου σου. Ένα πρόσωπο, με αλλοιωμένα χαρακτηριστικά, αχνό και ανέκφραστο, που όμως έχει τόση δύναμη και δεν σ'αφήνει να σκεφτείς τίποτε άλλο. Μια παρουσία που την συνδέεις με μουσικές, με ποιήματα και με το στρίψιμο του κάθε σου τσιγάρου. Δεν είναι πως δεν μπορείς να ξεφύγεις. Δεν θέλεις να ξεφύγεις. Έτσι κι εκείνη δεν λέει να ξεφύγει.

Αναρωτιέται αν πρέπει να επιστρέψει τις κλήσεις. Αναρωτιέται αν πρέπει να απαντήσει με απρόσωπο γραπτό μήνυμα. Δεν ξέρει τι πρέπει να κάνει, και δεν έχει ιδέα αν όντως πρέπει να κάνει κάτι. Η απραξία, είναι κι εκείνη αντίδραση στην πράξη. Ξεχνάει όλα της τα πρέπει και ψάχνει τους δίσκους της.
Ένας από αυτούς έχει περίεργο εξώφυλλο, σε black n' white μορφή. Λευκά γράμματα που σχηματίζονται σε μαύρο φόντο. "Το lose my life".

Τραγουδάει δυνατα τους στίχους. "Let's grow old together, and die at the same time".
Λικέρ, τσιγάρο και post punk. Αυτοί είναι οι φίλοι της. 

Οι συζητήσεις με τον εαυτό της είναι χαοτικά ερωτεύσιμες.
Ο ήλιος κρύβεται πίσω από σύννεφα, μα εκείνη δεν το ξέρει.
Και χάνεται στο ρυθμό της μουσικής..