Train station blues

3 Μαίου.

Ξεκινας ένα μεσημέρι, με έναν σάκο στον ώμο και κανα ψιλό στην τσέπη για ένα μικρό ταξίδι προς τον νότο. Στην πίσω τσέπη λίγος καπνός, το τσακμάκι στο τσεπάκι ενός καρό πουκάμισου, τα ακουστικά σφηνωμένα στα αυτιά σου και το βλέμμα μπροστά. Περπατάς αργά, ο σάκος είναι σχετικά βαρύς κι ας μην πήρες πολλά ρούχα μαζί. Βαρύς ο σάκος, βαριά και τα βήματα. Πάντα ξεκινάς πιο νωρίς, γιατί φοβάσαι μη χάσεις το τρένο. Αν αφαιρέσουμε τις αναμονές σε σταθμούς τρένων, σε στάσεις αστικών και κτελ, στοιχηματίζω πως άνετα κερδίζουμε ένα δίμηνο ζωής παραπάνω.
Ανάβω τσιγάρο παρακολουθώντας τους περαστικούς. Βγάζω μπλοκάκι να καταγράψω ότι βλεπω σαν γνήσιος κοινωνικός ανθρωπολόγος. Αρχίδια, δεν βγαίνει τίποτα σήμερα και ενας τριαντάρης καλοντυμένος με κοιτάει με νόημα. Άλλη φορά.

11 Μαίου.

Οι σταθμοί των τρένων είναι πολύ στενάχωροι. Τους φαντάζομαι κάλλιστα σαν κακη απομίμηση αιθουσών αναμονής ιατρίου. Μόνο που αντί για οινόπνευμα και αποστειρωμένη βελόνα, βρωμάνε εγκατάλειψη και αποσύνθεση. Κανείς δε νοιάζεται για τη μούχλα στα τσιμέντα, κανείς για τις γόπες στο πάτωμα. Η βρωμιά είναι παντού γιατί πολύ απλά, ο σταθμός είναι απλά ένα μέρος που περιμένεις καπνίζοντας ή ακούγοντας μουσική. Και ξεφορτώνεσαι σκουπίδια απο γκουντυς και ποτήρια με καφέ 3 ωρών.
Τα χειμωνιάτικα βράδια στο σταθμό είναι μελαγχολικά, τα καλοκαιρινά αποπνικτικά και πάει λέγοντας. Εχω γίνει φίλη με αυτό το παγκάκι. Χειμώνα καλοκαίρι, περιμένω εδώ. Μπλοκάκι.
Γυρίζω τις σελίδες ψάχνοντας μια κενή για να γράψω για μια ενδιαφέρουσα τύπισσα που καπνίζει απέναντι μου. Πέφτω πάνω σε παλιά γραπτά από τον σταθμό τρένων του Βόλου. Χαμογελάω και τα σκέφτομαι. Η ανθρωπολογία μπορεί να περιμένει.

17 Μαίου.

Κατεβαίνω από το σπίτι στην Ιασωνίδου για να πάρω το 14 προς σταθμό. Αναμονή και τσιγάρα, υπάρχει συγκέντρωση παραδίπλα που έχει κλείσει τον δρόμο. Συναντώ έναν παλιό γνωστό. Γεια τι κάνεις, καλά να σαι, να πάμε για κανα καφέ, φυσικά κι έχω χρόνο. Επιβεβαιώνουμε τις υποσχέσεις για καφέ με μια θολή χειραψία χωρίς καμιά δύναμη ανάμεσα σε κιτρινισμένα απο τσιγάρα δάχτυλα. Το ξέρουμε κι οι δυο, πως δε πρόκειται να πιουμε τον καφέ. Στανταράκι.
Έρχεται το αστικό, μπαίνω, σκοντάφτω σε μια τσάντα, πέφτω, δεν με ενδιαφέρει, χτυπάω εισιτήριο, είμαι νομοταγής πολίτης εγώ. Μέχρι να βάλω τα ακουστικά έχουμε φτάσει Αντιγονιδων. Ανυπομονώ να πάω στη μάνα μου για να μην καπνίζω άλλο. 
Ο σταθμός είναι φωτισμένος όμορφα, είναι ίσως η πρώτη φορά που μου αρέσει, μια όμορφη τύπισσα στέκεται μπροστά μου και μου δίνει δωρεάν χαρτάκια -τι ευτυχία!
Εισιτήριο, σκάλες, "Το τρένο της γραμμής Θεσσαλονίκης-Έδεσσας θα καθυστερήσει τριάντα λεπτά".
Ο τέλειος χρόνος για να περιγράψω οτι βλέπω. Αυτό περίμενα. Μπλοκάκι.
"Απέναντί μου κάθεται κάποιος που με κοιτάζει επίμονα. Αυτή τη στιγμή έχει καρφωθεί στην μπλούζα μου. Βυζιά δεν έχω, άρα προφανώς κοιτάζει το λογότυπο της μπάντας. Θα του μιλήσω, το αποφάσισα"
Αργό σταθερό βήμα, πριν μιλήσω έχει αλλάξει κατεύθυνση. Γυρνάει από το περίπτερο βγάζοντας ένα καρέλια απο την λευκή κασετίνα. Του προσφέρω φωτιά. Την δέχεται χαμογελώντας. Έχει ρυτίδες έκφρασης, είναι κάτι λιγότερο απο 30 ετών και μου αρέσει επικίνδυνα. Φοράει μπλούζα black παγανιστικής metal μπάντας, φοράω μπλούζα VENOM. "Ωραίο μπλουζάκι" η πρώτη κουβέντα του, δειλό "ευχαριστώ" η απάντηση μου. Σιωπηλό κάπνισμα και βλέμματα υπόσχεσης. Δεν έχω χρόνο να γράψω στο μπλοκάκι μου για άλλη μια φορά. Ιδιο βαγόνι, κοντινές θέσεις, καθόμαστε απέναντι, ο ερωτισμός είναι έντονος, το τρένο έχει τουαλέτα αλλά σιχαίνομαι, τα ηλίθια φώτα που βγαίνουν απο παμπάλαιες λάμπες φθορίου δε λένε να σβήσουν και νιώθω άσχημη, εκείνος κοιτάει από το παράθυρο μόνο που δε φαίνεται τίποτα.
Πηγαίνει στην τουαλέτα, δεν ακολουθώ, γυρνάει και με ρωτάει που κατεβαίνω. Η ανάσα του μυρίζει τσιγάρο, όπως και η δικιά μου. Κατεβαίνω Νάουσα, κατεβαίνει 2 στάσεις μετά.

Του γράφω το τηλέφωνο μου σε ένα χαρτάκι. Του το δίνω αγγίζοντας επίτηδες τα δάχτυλα του, όπως κάνουν στις ταινίες. "Θα σε πάρω", η φωνή του.
"Για Νάουσα να ετοιμάζεστε", η φωνή του εισπράκτορα. Βαλίτσα. Πόρτα. Σκοτάδι. Ο αδερφός μου περιμένει με αναμμένη μηχανή. 


20 Μαίου.

Εχω καθαρίσει τα πάντα μέσα στο στενάχωρό μου δωμάτιο. Μόλις έκανα μπάνιο και στεγνώνω απολαμβάνοντας ένα τσιγάρο που έστριψα όπως όπως. Απο τα ηχεία ακούγονται οι Earth. Ο δίσκος που ακούω είναι η καλύτερη παρέα όταν θες να γράψεις οτιδήποτε. Ηρεμώ, αλλά δεν πέφτω. Η πτώση μπορεί να είναι ηρεμιστική, μα τελευταία κάνει εκ-πτώσεις μέχρι και στην ηρεμία. Νιωθω μια έντονη επιθυμία να καταλάβω μαθηματικά και στατιστικές, αλλα οι στατιστικές είναι για τους κοινωνιολόγους και οι συναρτήσεις λένε ασυναρτησίες στο κεφάλι μου. Σταθερές και μεταβλητές υπάρχουν παντού. Για τις μεταβλητές είμαι απόλυτα σίγουρη, οι σταθερές με κάνουν να βαριέμαι κυρίως επειδή είναι ανυπόστατες. 
Το μόνο που έμαθα είναι λίγη αριθμητική. Κυρίως γιατί μετράω μέρες μέχρι να γίνει κάτι και μέρες μέχρι να τελειώσει, αφού έχει γίνει. Και αφαιρώ και προσθέτω, μέρες, λεφτά, ανθρώπους και τσιγάρα. Στους ανθρώπους χρησιμοποιώ διαίρεση, στα τσιγάρα πρόσθεση και πολλαπλασιασμό, στα λεφτά αφαίρεση. Τα λεφτά δε μου φτάνουν για όσα θέλω να κάνω, αλλα είναι υπεραρκετά για να τρώμε κι εγώ κι εσύ παρέα κάθε μέρα με άνεση. Γάμα τα ξύδια και ταξίδια, οι μέρες είναι δύσκολες και το νερό πιωμένο. 

Το μπλοκάκι μου είναι μωβ, χοντρό και τσαλακωμένο. Έχει γεμίσει από αριθμούς τηλεφώνων, αριθμούς διευθυνσεων, ηλεκτρονικές διευθύνσεις. Μερικές φορές του μιλάω, αλλά αυτά που λέμε δεν καταγράφονται. Είναι off the record. Και αυτά είναι τα καλύτερα. Αυτά που δε χρειάστηκαν χρόνο για να γραφτουν, αυτά που σκέφτομαι να πω και δεν τα λέω, αυτά που σκέφτεσαι και φοβάσαι να μου πεις.

Το μπλοκάκι μου είναι σαν έναν σταθμό τρένων. Βρώμικο και μες στη μούχλα. Αν ήταν κατάσταση ήταν η "Αναμονή" κι αν ήταν ήταν τέχνη θα ήτανε η ποίηση. Άλλοτε ρομαντική, άλλοτε καταραμένη, άλλοτε κυνική είτε ασυνάρτητη. Στα μαθηματικά θα ήταν μια εξίσωση με πολλές λύσεις, στην λογοτεχνία ένα κείμενο με πολλές ερμηνείες, στην αρχαιότητα ένας gay παιδοτρίβης που θα πήγαινε το παιδί σου σχολείο. 

Το μπλοκάκι μου είναι η μοναδική διέξ
Τηλέφωνο. Τσιγάρο.
Καληνύχτα.

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Πόσο όμορφο είναι όλο; Συνέχισε έτσι! Περιμένω κι άλλα!