δενξερωαποτιτλουςματχιαμου

Ετσι θα το πάμε από δω και πέρα φιλαράκι. Από άκυρη Κυριακή, σε άκυρη Κυριακή, μόνο που εγώ τις Κυριακές ξυπνάω Δευτέρα και ξανακοιμάμαι Σάββατο, και γενικά η βδομάδα σα βδομάδα δε μου λέει κάτι. Δεν είναι τίποτα παραπάνω απο μια ηλίθια μονάδα μέτρησης που σε κάνει να συνεννοείσαι με τον υπόλοιπο κόσμο. Μόνο που εγώ δε γουστάρω να μαι συγχρονισμένη με την πάρτη σας. Για αυτό σήμερα στον κόσμο μου είναι Πέμπτη. Μ'αρέσουν οι Πέμπτες. Από την Φλώρινα μου άρεσαν. Οι Πέμπτη λεγανε οι τζιβάτοι χασισάτοι κουλ(τ)ουριασμένοι καλοτεχνίτες, είναι η μέρα της Τέχνης. Και το Τ στην Τέχνη κεφαλαίο, από δέος και σεβασμό. Και ποια είσαι εσύ ρε Μαριαννούλα να μιλήσεις για τέχνη. Δεν ξέρεις. Δεν γνωρίζεις τα βασικά χρώματα, τους ψαγμένους ζωγράφους τους, τα χαοτικά τους ποιήματα. Εϊσαι μια αδαής κοριτσάκι μου. Το πιο κοντά που χω αγγίξει σε τέχνη, είναι η προσπάθεια μου να μουτζουρώσω το άσπρο σου τρελόρουχο.

Λευκό δωμάτιο, δαχτυλομπογιές στο πάτωμα. Κοκκινο, κίτρινο και μπλε. Δε μ'αρέσει αυτό το μπλε σου λέω ρε μωρό μου, δεν γουστάρω το μπλε της θάλασσας, ούτε το μπλε τ'ουρανού, ούτε το μπλε των ματιών σου. Γουστάρω το μπλε της κατάθλιψης, εκείνο το μπλε που χει και λίγο μωβ μέσα, και στο φως φαίνεται απελπισμένο. Απλώνω μια στρώση καταθλιπτικού μπλε στον τοίχο του σπιτιού μου. Μέσα του ξεχωρίζουν κάτι θολά παιχνιδίσματα φωτός. Αυτές οι γραμμούλες, είμαστε εγώ κι εσύ. Μερικές φορές είμαι μόνο εγώ, άλλες μόνο εσύ. Μα ποτέ δεν είμαστε μαζί. Εσύ αράζεις στον απέναντι τοίχο και σε κοιτάω μέσα απο μπλε και μωβ και χρώματα του μυαλού μου.

Ξαφνικά τα χρώματα φευγουν, το δωμάτιο αλλάζει. Ενα τσιγάρο, ένα πλακόστρωτο, σκοτάδι και σποτάκια δαπέδου. Περπατάω κατα μήκος τους και πατάω το φως, γιατί δε θέλω να με βλέπει, δε θέλω να το βλέπω, δε θελω να με βλεπεις, δε θέλω να φαινόμαστε. Μπορώ να πατήσω μόνο δυο πηγές φωτός γιατί έχω μόνο δυο πόδια. Αν με βοηθούσες λίγο, αν είχες λίγο κατανόηση, θα πατουσες κι εσύ και τα δυο θα γίνονταν αυτόματα τέσσερα, και θα φώναζα κι έναν που νομίζει πως είναι φίλος μου και θα τα κάναμε έξι, και τα έξι οχτώ μέχρι να λιώσει κάθε πηγή φωτός κάτω από τις πατούσες μας. Θέλω να αράξουμε αλλά δεν μπορώ. Τα πόδια μας είναι απασχολημένα.

Η βδομάδα μου εξηγείται χρωματικά. Έχω σκεφτεί για παράδειγμα, ότι το Σάββατο είναι γαλάζιο, η Παρασκευή κόκκινη, η Τρίτη κίτρινη, η Πέμπτη λιλά. Προτιμώ τα χρώματα από τον χρόνο, γιατι με τα χρώματα μπορώ να λερώσω, ενώ ο χρόνος με λερώνει συνέχεια με κουβάδες χρωμάτων που δε γουστάρω να γλιτσιάζουν πάνω μου. Μη με λούζεις ρε πούστη με χρώματα, πάρε ένα πινέλο, τα πινέλα είναι ευγενικά απο την φύση τους και ζωγραφίζουν στιγματίζοντας καμβάδες περίεργους, πρόστυχους, κυνικούς και μαύρους. Τι νόμιζες κοριτσάκι; Κι ο καμβάς έχει ψυχή. Γουστάρω καμβά με τραχιά επιφάνεια. Να μαγκώνει το μυαλό μου σαν πινέλο με χρώμα που δεν αραιώθηκε σωστά.

Προχωράω ψάχνοντας μια στάση λεωφορείου. Θέλω να φύγω κι απο μένα, κι από το σπίτι μου, κι από σένα κι από δω. Κι αν φύγω δεν έχω που να πάω, κι αν μείνω θα χαθώ. Η κίνηση είναι πολύ καλυτερη από την αδράνεια παρ'όλα αυτά. Στην τσέπη μου ο καπνός, στα ρούχα μου μπογιές και φως στα παπούτσια μου που δε σβήνει το μπουρδέλο. Με κυνηγάει, τρελαίνομαι, θέλω να απαλλαγώ και δε μ' αφήνει. Στην πραγματικότητα το φως το ξέχασα όταν έφευγα από το δωμάτιο. Μα τελευταία οι μανίες καταδίωξης είναι της μόδας και γουστάρω να νομίζω ότι με κυνηγάνε. Το ίδιο κι η κατάθλιψη, γι'αυτό και είμαι μια μωβ δίνη που αράζει νωχελικά σε σάπια παγκάκια επί της Τσιμισκή.

Το αστικό δεν ήρθε, είναι αργά, δεν μπορώ να περιμένω, δε θέλω να περιμένω, πεφτω στα νερά να ξεπλυθώ, πνίγομαι λιγάκι, φτύνω στον δρόμο, το τσιγάρο μου βράχηκε γαμώ την παναγία, βρίζω, είμαι αθυρόστομη, δε θα γίνω ποτέ η γκόμενα που θα'θελες να είμαι, που θα'θελα να είμαι, σηκώνομαι, περνάω απέναντι, τρέχω προς το σπίτι, μου φεύγει ένα δάκρυ που πνίγει ένα έντομο στο δρόμο, λυπάμαι που το σκότωσα, λυπάμαι που σε σκότωσα μα δε γυρίζω καν να σε κοιτάξω.
Ιδρώτας, κλάμα, βρωμιά, κλειδιά, σκάλα, πόρτα.
Η επανάσταση ξεκινάει απο το κρεβάτι μου.
Μόνο που το κρεβάτι μου είναι μοναχικό.
Η επανάσταση είναι κόκκινη, όπως μια Παρασκευή μου.
Μόνο που σήμερα είναι Πέμπτη και νυστάζω.

Δεν υπάρχουν σχόλια: