Ya bolna.

Καθησυχάζω τον μικρό μου εαυτό
λέγοντας μου πως τίποτε δεν τέλειωσε ακόμη.
Ξυπνάω τα πρωινά
ζητώντας μια αγκαλιά
που τάχα δεν την ψάχνω.
Εκεί σε ψάχνω, εκεί 
στην απεραντοσύνη που λούζει τις βαρετές μου Κυριακές.
Ναι εκει. Εκεί που σε φίλησα πρώτη φορά με την φαντασία μου
και τα πόδια μου έτρεμαν απο αμηχανία.

Θα'θελα να είχα ένα πάρκο για την πάρτη μας.
Να τρέχαμε και να ξαπλώναμε στα υγρά γρασίδια.
Να πρασίνιζαν τα άσπρα μου μπλουζάκια
και να βρέχονταν οι φόρμες μας
μα δεκάρα να μη διναμε.
Κι όταν θα'πεφτε η νύχτα
να μου φυσούσες τον καπνό σου στα μουτρα
κι εγω να έπαιρνα βαθιές ανάσες.
Τι ειρωνια, να μου δίνει ζωή ο καπνός
ενω με καταστρέφει.

Μια νύχτα μου χες πει
πως δε θες να ξημερωσει μακριά μου.
Κι εγώ έμεινα γιατί σε πίστεψα.
Φιλούσα με πάθος την ψυχή σου
κι εσυ την δική μου.
Μόνο που ξέχασες να της κόψεις τα νύχια.
Και με μάτωσε καθώς με αγγιζε τις νύχτες
κατω απο παπλώματα
που μύριζαν έρωτα.
Κι όταν μυρίζει έρωτα, ποιος δίνει σημασία στις γρατζουνιές;

Και την ίδια νύχτα, εκεί, στο πάρκο, φύσηξε ένας αέρας
και δεν άφησε τον καπνό σου να φτάσει στο στόμα μου.
Ούτε στα μούτρα μου.
Ούτε πουθενά.

Προσπαθώ να μη με νοιάζει, προσπαθώ να ζω με τον δικό μου καπνό.

Είσαι ένας ιός που μπήκε βίαια στα άδυτα του μυαλού μου
και κούρνιασε εκεί με την γλυκιά μου αρρώστια.
Της έκανε έρωτα τα βράδια με φεγγάρι
κι εκείνη ξεγελάστηκε
και γδύθηκε τελείως.

Ομως μωρό μου, η αρρώστια είναι αρρώστια απο μόνη της
και δεν θα'ταν καλή ιδέα να την ταίζεις με ιούς.
Και σήμερα τον έφτυσα τον ιό σου.
Πήρα μια βαθιά ανάσα και τον έφτυσα στο δρόμο
και του'βαλα φωτιά με το τσιγάρο μου, ακους;

Και τωρα πια αυτο το κείμενο έχασε την αρχική του σκοπιμότητα, κι απευθύνεται σε σενα συγκεκριμένα.
Παυει να ναι ενος τυπου αφηρημένο ποίημα, αλλα τί σημασία έχει;
Αφου διαβασες ως εδώ, θα το πας μέχρι τέλους, έτσι δεν είναι;
Θελω να κάνω ένα μπαμ και να φτύσω ολους τους ιους σας στους δρόμους.
Καλύτερα να κυκλοφορούμε σε βρωμικους απο χλέπες δρόμους, παρά ανάμεσα σε βρώμικες ψυχές.
Και εν τέλει θα'θελα να απαντήσω σε κάτι.
Οχι, δε θα πέθαινα για σενα.
Αλλά ίσως να σε σκότωνα για μένα.
Σταμάτα να με λυπάσαι και ξεκίνα να με φοβάσαι.
"Η εκδίκηση είναι πιο όμορφη κι απ'τον έρωτα".
Kι εγω αυτήν τη εκδίκηση θα την πάρω.
Μα δε θα την κρατήσω. Θα την φτύσω κι αυτήν στον δρόμο.
Δε θέλω να κρατήσω τίποτα δικό σου, ούτε κακία, ούτε εκδίκηση.
Μπας και σε πονέσω λίγο, μπας και δεις πως είναι.
Πως είναι το ηλίθια ανέκφραστο πρόσωπο της Αδιαφορίας.
Και νιώσεις. Οχι για μένα, για τους υπόλοιπους.
Καλωσήρθες στον κόσμο μας δήθεν επαναστάτη,
που τώρα βλάκα σέβεσαι τον νόμο και την τάξη.
Η επανάσταση μωρό μου ξεκινάει απο μέσα μας
κι επειτα παίρνει μορφή με διάφορες εκδηλώσεις.
Αυτα ομως δεν είναι για σένα, που να καταλάβεις.
Οταν κάνει ντου η Επανάσταση εσυ θα τρέχεις στα στενάκια.
Κι Εκείνη θα σε πετύχει σαν καυλωμένος μπάτσος
και θα σε δείρει με τα γκλομπς.
Και εγώ σε μια γωνιά, θα γεύομαι την γλυκιά εκδίκηση
με μια μπύρα στο χέρι
κι ένα στριφτό στα χείλη
και -ισως- μια καύλα
στο ματωμένο μου μυαλό.

Καλημέρα, παρέα με καφέ, χλέπες και τσιγαρίσια ανάσα.
Ο καφές μου, το τσιγάρο μου, κι εγώ.
Μονο αυτά τα τρία πράγματα θα'ναι μαζί.
Για πάντα.
Η καλύτερα, μέχρι τέλους.


Δεν υπάρχουν σχόλια: