Dedication to a person, who is afraid of the crowds.

Πάει πια καιρός που τα παιδιά τρέχανε στις αυλές
και τσακίζανε τα γόνατα τους.
Παει πολυς καιρος ρε φιλε. Μου λείπει να βλέπω μπεταντίν και pulvo στην κουζίνα,
σε ένα ράφι, ακόμα και δίπλα απο φαγητά. 
Ηταν εκεί, για εύκολη προσβαση, γιατι ανα πάσα στιγμή χτυπούσαμε απο το ατέλειωτο παιχνίδι στις γειτονιές.
Κυνηγητό, τζαμί, αγαλματάκια, κρυφτό.
Ειδικά το κρυφτό. Αυτο το παιχνίδι βέβαια, το παίζουμε και μεγάλοι.
Απλα δεν είναι τόσο διασκεδαστικό.

Παλιά οταν μας βρίσκανε θυμώναμε, αλλα μετά γελούσαμε και γυρνούσαμε σπίτι.
Τωρα το κρυφτό είναι σπίτι μας. Κι αν βγεις απ'την κρυψώνα δεν γελάς. Ούτε τρέχεις.
Κι όταν αυτος που τα φυλάει σε βρει, γυρνάς στην κρυψώνα σου, αλλά δεν είναι πια το ίδιο.
Εχει μεταμορφωθεί στην πιο άσχημη φυλακή. 
Την πιο κλειστοφοβική, την πιο μουχλιασμένη, την πιο σάπια φυλακή.
Τι κι αν εχει χρώματα στους τοίχους, τι κι αν μερικές φορές ειναι ζεστή.
Η φυλακή είναι φυλακή και δεν αλλάζει.
Και δεν είναι οι τοίχοι φίλε μου που κάνουν την φυλακη.
Είναι η ιδέα του εγκλωβισμού στο ίδιο το μυαλό σου.
Οταν δεν το αφηνεις πια το γαμημενο να τρέχει σε λιβάδια της φαντασίας σου
και περιορίζεις ολα σου τα θέλω, τα πιστέυω, τα πάντα
τότε μετατρέπεται σ'αυτήν την ψυχρή φυλακη.
Το θέμα δεν είναι πως δεν μπορείς να βγεις.
Το θέμα είναι πως δεν ξέρεις οτι μπορείς να βγεις.
Αυτη η Αγνοια, είναι μια ατιμη πουτάνα, στο λεω.
Μείνε μακρια της γιατί θα σε πονέσει.
Πολέμα την με όπλα τα βιβλία σου.
Αυτα στην βιβλιοθήκη σου που σαπίζουν ένα ενα. 
Πολέμα την με γνώση. 
Οποιασδήποτε μορφης γνώση.
Ετσι μονο θα σαι ασφαλης.
Εστω και στην φυλακή σου.
Μπορεί να σου λέω πράγματα που ήδη ξέρεις, αλλα τι πειράζει να τα ξαναθυμηθείς;
Αλλωστε η επανάληψη είναι η μήτηρ της μαθήσεως.
Ετσι δεν μας λέγανε μικρούς;
Δεν μας είπανε όμως ότι ειναι και αδερφή της ανίας.
Εμενα μου το είπανε. 
Μα δεν αλλαξε κάτι. 
Είμαι χειρότερη γιατί ξέρω και δεν πράττω αναλόγως.
Τώρα ομως ξέρεις κι εσυ.

Θα θελα μια μέρα να λιώσω, όπως λιώνει το κερί στο γραφείο μου.
Και μετά μόλις κάποιος με σβησει, να ξαναπάρω άλλη μορφή.
Αλλα μη με βάλετε σε καλούπι αυτή τη φορά.
Απλα φυσήξτε με και χύστε με στο πάτωμα.
Κι εγώ θα τον βρώ τον δρόμο μου.
Μπορεί να με πατάς και να γλιστράς.
Μπορει να μ'ακουμπάς και να καίγεσαι.
Μπορει να με φοβάσαι.
Αλλα όταν θα κρύωσω θα μείνω αδρανής, και θα'σαι ασφαλής και πάλι.

Αδράνεια. Η Αδράνεια είναι μια άλλη κυρία.
Αδράνεια είναι η ταση των σωμάτων, να αντιστέκονται σε οποιαδήποτε μεταβολή της κινητικης τους κατάστασης.
Ετσι μαθαίναμε στο λύκειο.
Την αδράνεια δεν μπορεις να την περιγράψεις με μια λέξη, όπως πχ "στασιμότητα".
Δίοτι η αδράνεια φίλε μου, είναι μια τάση.
Ειναι η τάση σου να μένεις ακίνητος.
Είναι το γεγονός οτι αντιστέκεσαι σε κάθε υποψία κίνησης με το φυλακισμένο σου μυαλό.
Είναι μια πουτάνα κι η αδράνεια.
Και την λέω πουτάνα γιατί την φοβάμαι.
Κι είναι ο μόνος τρόπος να μην της δίνω σημασία.
Ποιος δίνει σημασία στις πουτάνες αφτερ ολ;

Παραλογίζομαι και χάνω το μυαλό μου.
Το βλέπω να λιώνει σαν κερί μπροστά στα μούτρα μου.
Και μόλις κρυώσει το πιάνω και το σπάω και το μπήγω όπως όπως στο μεγάλο μου κεφάλι.
Και τα μάτια μου είναι αθλια καπάκια που δεν μπορούν να το κρατήσουν μέσα.
Κι όταν περπατάω, βλέπω σπασμένα κομμάτια μυαλου να πέφτουνε στον δρόμο.
Αλλα είμαι πολυ αδυναμη για να σκύψω να τα μάσω.

Είμαι απαθής και εγωίστρια και σου μιλάω μόνο για μένα.
Αλλα το ξέρω πως μερικές φορες ταυτίζεσαι κι εσύ.
Το ξέρω όχι γιατί μου το'πες.
Αλλα το βλέπω στα μάτια σου.
Τα μάτια σου είναι ξεκαυλωτα και κενα.
Καλωσήρθες στον κόσμο μου.
Μονο για μια φορά, αφησε με να μπω κι εγω στον δικό σου.
Αραξε λιγάκι μαζί μου και καυλωσε με το σπασμένο μου μυαλό.
Χωράμε εξάλλου.
Κι όταν θα ανακατευτούμε σαν λιωμένα διαφορετικά κεριά, δε θα με φοβάσαι.
Και δεν θα ξεχωρίζεις.
Και η φυλακή μου θα πάψει να ναι κλειστοφοβική.
Και θα πινουμε καφεδες στην φυλακη μου.
Και θα μου κρυβεσαι.
Κι εγω θα κανω πως δεν ξέρω που είσαι.
Και θα εμφανίζεσαι απο μόνος σου.
Γιατι θα θες να με αγγιξεις.
Γιατι δεν θα με φοβασαι πια.
Γιατι θα εισαι εγω, κι εγω θα μαι εσυ.
Και μετα ισως έρθουν κι αλλοι.
Και θα μεθύσουμε με καπνούς και ποιήματα.
Και θα τα σπάσουμε τα ντουβάρια του μυαλού μας.

Θα τα σπάσουμε τα γαμημένα.

Μεχρι τότε όμως, ξερεις τι είμαστε;
Υποκριτές είμαστε.
Οι χειρότεροι υποκριτές φίλε.
Γιατί λεμε πως είμαστε χαώδεις,
Γιατί φοράμε την κέρινη μάσκα μας, ακόμα και όταν είμαστε μονάχοι.
Γιατί τρεχουμε τάχα στους δρόμους και λέμε πως μαχόμαστε ότι είναι ενάντια στην Ελευθερία.
Ποιοι, εμεις. 
Εμεις οι φυλακισμένοι υποκριτές.
Η Ελευθερία όμως δεν είναι μια ακόμη πουτάνα.
Είναι μια Κυρια. Με Κ κεφαλαίο.
Και δεν πέφτει με τα βρώμικα σου λεφτά.
Πρόσεχε, γιατί αυτή η κυρία δεν πιάνεται.
Κι όταν θα θες να την βρεις, μπες μέσα σου.
Και ψαξτην.
Μόνο έτσι θα γίνει δική σου.

Με παράτησες μα εγώ τριγυρνώ ακόμα στα σοκάκια σου.
Και μαζευω τα δικά σου κομμάτια σπασμένου μυαλού.
Και τα παιρνω και τα λιώνω στους δρόμους της πυράς.
Κι επειτα τα χωνω σε καλούπια που μου γουστάρει.
Ετσι. Για να'χω να θυμάμαι.
Ετσι. Γιατί ολοκληρος μου προξενεις ανασφάλεια και φόβο.
Ετσι. Γιατί σε θέλω κομμάτια.

Η Ανία με επισκέφθηκε και πρέπει να της κάνω έρωτα.
Με πιάνεις;
Οχι;
Θα με πιάσεις, που θα παει.
Κι όταν με πιάσεις, η κέρινη μας μάσκα θα λιώσει.
Και θα δω το πρόσωπο σου.
Το αληθινό.
Το ξεγυμνωμένο.
Το λεύτερο.

Κι όλος ο κόσμος θα ανοίξει.

Μέχρι να ξαναγίνουμε κεριά.
Κεριά αψυχα που λιωνουν στα καλούπια τους.
Ξανά.
Και ξανά.
Μέχρι να τα φθείρει ο Χρόνος.
Μεγάλος πούστης ο χρόνος μάτια μου.
Να τον προσέχεις..




Δεν υπάρχουν σχόλια: